Χρηματική ικανοποίηση οφειλέτη λόγω προσβολής προσωπικότητας από εισπρακτική

ΜΠρΑθ 1566/2017
Δικαστής: Ηλίας Κανελλόπουλος, Πρόεδρος Πρωτοδικών
Δικηγόροι: Κανέλλα Λιακοπούλου, Στυλιανός Ξηρουχάκης

Χρηματική ικανοποίηση οφειλέτη για αποκατάσταση ηθικής βλάβης λόγω προσβολής προσωπικότητας από συνεχείς τηλεφωνικές οχλήσεις εισπρακτικής εταιρείας.

Οι συνεχείς τηλεφωνικές οχλήσεις εισπρακτικής εταιρείας με τη μορφή επανειλημμένων τηλεφωνημάτων με τρόπο πιεστικό, προσβλητικό και υποτιμητικό, υπερβαίνουν το επιβαλλόμενο μέτρο που οφείλεται στις συναλλαγές και προσβάλλουν την προσωπικότητα του οφειλέτη, με αποτέλεσμα να δικαιούται αυτός χρηματική ικανοποίηση για την αποκατάσταση της προκληθείσας σε αυτόν ηθικής βλάβης.

ΑΚ 57, 59, 914, 922, 932
Αριθμός Αποφάσεως 1566/2017
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ

ΑΠΟΤΕΛΟΥΜΕΝΟ από τον Δικαστή Ηλία Κανελλόπουλο, Πρόεδρο Πρωτοδικών, που ορίσθηκε από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διεύθυνσης του Πρωτοδικείου.

ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΕ δημόσια στο ακροατήριό του την 23η Σεπτεμβρίου 2016, παρουσία και του Γραμματέως Δημητρίου Μπασέτα, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:

Α. ΤΗΣ ΕΚΚΑΛΟΥΣΑΣ – ΕΝΑΓΟΜΕΝΗΣ: Ανώνυμης τραπεζικής εταιρίας με την επωνυμία “…Α.Ε.”, που εδρεύει …, και εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία παραστάθηκε δια της πληρεξούσιας της δικηγόρου Κανέλλας Λιακοπούλου, πουκατέθεσε προτάσεις.
ΤΟΥ ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΟΥ – ΕΝΑΓΟΝΤΟΣ: … κατοίκου Αθηνών, οδός … οποίος παραστάθηκε αυτοπροσώπως υπό την ιδιότητά του ως δικηγόρου και κατέθεσε προτάσεις.
Β. ΤΗΣ ΕΚΚΑΛΟΥΣΑΣ – ΕΝΑΓΟΜΕΝΗΣ: Ανώνυμης εταιρίας με την επωνυμία “… Α.Ε.” και το διακριτικό τίτλο “… Α.Ε.”, που εδρεύει …, και εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία παραστάθηκε δια του πληρεξουσίου της δικηγόρου Στυλιανού Ξηρουχάκη, που κατέθεσε προτάσεις.
ΤΟΥ ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΟΥ – ΕΝΑΓΟΝΤΟΣ: …, κατοίκου Αθηνών, οδός …, ο οποίος παραστάθηκε αυτοπροσώπως υπό την ιδιότητά του ως δικηγόρου και κατέθεσε προτάσεις.

Ο υπό στοιχ. Α’ ως άνω ήδη εφεσίβλητος με την από 20-5-2010 και με αριθμό καταθέσεως 5949/2010 αγωγή του ενώπιον του Ειρηνοδικείου Αθηνών ζήτησε ό,τι αναφέρει σε αυτή. Το πρωτοβάθμιο δικαστήριο με την υπ’ αριθμ. 3383/2012 απόφασή του (τακτική διαδικασία), δικάζονταςκατ’’ αντιμωλία των διαδίκων, δέχθηκε εν μέρει την αγωγή και υποχρέωσε την υπό στοιχ. Α’ ως άνω εκκαλούσα – εναγόμενη να καταβάλει, ειςολόκληρον ευθυνόμενη, στον ενάγοντα – εφεσίβλητο το ποσό των 3.000 ευρώ.

Η υπό στοιχ. Α’ ως άνω εκκαλούσα προσέβαλε την ανωτέρω απόφαση με την από 24-12-2012 έφεσή της, που κατατέθηκε στη Γραμματεία του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου με αριθμό εκθέσεως καταθέσεως 2516/2012, προσδιορίσθηκε αρχικά για τη δικάσιμο της 26-2-2016 και ύστερα από νόμιμη αναβολή για την παραπάνω δικάσιμο, με αριθμούς καταθέσεως δικογράφου στη Γραμματεία του παρόντος Δικαστηρίου 5391/63/2012, και ενεγράφη στο πινάκιο.

Ο υπό στοιχ. Β’ ως άνω ήδη εφεσίβλητος με την από 20-5-2010 και με αριθμό καταθέσεως 5949/2010 αγωγή του ενώπιον του Ειρηνοδικείου Αθηνών ζήτησε ό,τι αναφέρει σε αυτή. Το πρωτοβάθμιο δικαστήριο με την υπ’’ αριθμ. 3383/2012 απόφασή του (τακτική διαδικασία), δικάζονταςκατ’’ αντιμωλία των διαδίκων, δέχθηκε εν μέρει την αγωγή και υποχρέωσε την υπό στοιχ. Β’ ως άνω εκκαλούσα – εναγόμενη να καταβάλει, εις ολόκληρον ευθυνόμενη, στον ενάγοντα – εφεσίβλητο το ποσό των 3.000 ευρώ.

Η υπό στοιχ. Β’ ως άνω εκκαλούσα προσέβαλε την ανωτέρω απόφαση με την από 10-1-2013 έφεσή της, που κατατέθηκε στη Γραμματεία του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου με αριθμό εκθέσεως καταθέσεως 73/2013, προσδιορίσθηκε για την παραπάνω δικάσιμο, με αριθμούς καταθέσεως δικογράφου στη Γραμματεία του παρόντος Δικαστηρίου 30075/1346/15-6-2016, και ενεγράφη στο πινάκιο.

Κατά τη συζήτηση της υποθέσεως, και κατά την εκφώνησή της από το πινάκιο, οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων ζήτησαν να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται στα πρακτικά και στις έγγραφες προτάσεις τους.

ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟ ΝΟΜΟ
Από τη διάταξη του άρθρου 246 του ΚΠολΔ προκύπτει, ότι το δικαστήριο, σε κάθε στάση της δίκης, μπορεί και αυτεπαγγέλτως να διατάξει την ένωση και συνεκδίκαση περισσότερων υποθέσεων, που εκκρεμούν ενώπιον του, αν υπάγονται στην ίδια διαδικασία και, κατά την κρίση του, διευκολύνεται ή επιταχύνεται η διεξαγωγή της δίκης ή επέρχεται μείωση των εξόδων (ΑΠ 524/2001, αδημ.). Στην προκειμένη περίπτωση, οι ανωτέρω 1) από 24-12-2012 και με αριθμό εκθέσεως καταθέσεως στη Γραμματεία του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου 2516/2012 και 2) από 10-1-2013 με αριθμό εκθέσεως καταθέσεως στη Γραμματεία του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου 73/2013 εφέσεις πρέπει να συνεκδικασθούν, διότι, κατά την κρίση του Δικαστηρίου, η ένωση και συνεκδίκαση τους, λόγω της πρόδηλης μεταξύ τους συνάφειας, συνεπάγεται τη διευκόλυνση και επιτάχυνση της διεξαγωγής της δίκης και επιφέρει ταυτόχρονα τη μείωση των εξόδων της.

Η από 24-12-2012 και με αριθμό εκθέσεως καταθέσεως στη Γραμματεία του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου 2516/2012 έφεση της υπό στοιχ. 1′ ως άνω εκκαλούσας κατά της υπ’’ αριθμ. 3383/2012 οριστικής αποφάσεως του Ειρηνοδικείου Αθηνών, το οποίο δίκασε την από 20-5-2010 και με αριθμό καταθέσεως 5S49/2010 αγωγή του εφεσιβλήτου, κατά την τακτική διαδικασία, και δέχθηκε εν μέρει αυτήν, έχει ασκηθεί νόμιμα και εμπρόθεσμα, δεδομένου ότι από τη μελέτη του φακέλου της υποθέσεως προκύπτει, ότι έλαβε χώρα επίδοση της προσβαλλόμενης αποφάσεως στις 26-11-2012, η δε άσκηση της κρινομένης εφέσεως, με την κατάθεση του δικογράφου της στη γραμματεία του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου έλαβε χώρα στις 24-12-2012, ήτοι εντός της νόμιμης προθεσμίας, δεδομένου ότι κατατέθηκε και το κατ’’ άρθρο 495 παρ. 4 του ΚΠολΔ παράβολο (με την προσκόμιση των υπ’ αριθμ. 1066741 και 1291974 παραβολών του Δημοσίου, συνολικού ποσού 200,00 ευρώ, κατά τη σχετική σημείωση του Γραμματέα του Ειρηνοδικείου Αθηνών). Επομένους, είναι παραδεκτή και πρέπει να ερευνηθεί, ομοίως κατά την τακτική διαδικασία, το παραδεκτό και βάσιμο των λόγων της (άρθρο 533 παρ. 1 του ΚΠολΔ).

Η από 10-1-2013 και με αριθμό εκθέσεως καταθέσεως στη Γραμματεία του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου 73/2013 έφεση της υπό στοιχ. 2′ ως άνω εκκαλούσας κατά της υπ’ αριθμ. 3383/2012 οριστικής αποφάσεως του Ειρηνοδικείου Αθηνών, το οποίο δίκασε την από 20-5-2010 και με αριθμό καταθέσεως 5949/2010 αγωγή του εφεσιβλήτου, κατά την τακτική διαδικασία, και δέχθηκε εν μέρει αυτήν, έχει ασκηθεί νόμιμα και εμπρόθεσμα, δεδομένου ότι από τη μελέτη του φακέλου της υποθέσεως προκύπτει, ότι έλαβε χώρα επίδοση της προσβαλλόμενης αποφάσεως στις 17-12-2012, η δε άσκηση της κρινομένης εφέσεως, με την κατάθεση του δικογράφου της στη γραμματεία του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου έλαβε χώρα στις 15-1-2013, ήτοι εντός της νόμιμης προθεσμίας, δεδομένου ότι κατατέθηκε και το κατ’ ’άρθρο 495 παρ. 4 του ΚΠολΔ παράβολο (με την προσκόμιση των υπ’ αριθμ. 1283072 και 12.83071 παραβολών του Δημοσίου, συνολικού ποσού 200,00 ευρώ, κατά τη σχετική σημείωση του Γραμματέα του Ειρηνοδικείου Αθηνών). Επομένως, είναι παραδεκτή και πρέπει να ερευνηθεί, ομοίως κατά την τακτική διαδικασία, το παραδεκτό και βάσιμο των λόγων της (άρθρο 533 παρ. 1 του ΚΠολΔ).

Με την ως άνω αγωγή του ο ενάγων και ήδη εφεσίβλητος, εξέθεσε, ότι κατά τον σε αυτήν αναφερόμενο τόπο και χρόνο εκλάπη η αναφερόμενη πιστωτική κάρτα, που είχε εκδώσει και παραδώσει σε αυτόν η υπό στοιχ. 1′ ως άνω πρώτη εκκαλούσα Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος. Ότι ενημέρωσε αυθημερόν περί της κλοπής την τράπεζα, πλην όμως μετά την παρέλευση ικανού χρονικού διαστήματος, ειδοποιήθηκε τηλεφωνικά από υπάλληλο της υπό στοιχ. 2′ ως άνω εκκαλούσας εισπρακτικής εταιρίας με την επωνυμία “… A.E.” ότι οφείλει το ποσό των 1.100, προερχόμενο από αναλήψεις μέσω της ανωτέρω πιστωτικής κάρτας. Ότι, περαιτέρω, καίτοι τελούσε σε συνεννόηση με την ανωτέρω τράπεζα προς διερεύνηση των αναλήψεων αυτών, δέχθηκε κατά το σε αυτήν (αγωγή) αναφερόμενο χρονικό διάστημα συνεχείς τηλεφωνικές οχλήσεις από διαφόρους υπαλλήλους της ως άνω εισπρακτικής εταιρίας, που ενεργούσε ως αντιπρόσωπος και για λογαριασμό της τράπεζας, μέσω των οποίων υπέστη υβριστική, παράνομη και προσβλητική συμπεριφορά εκ μέρους των αρμοδίων υπαλλήλων, όπως με κάθε λεπτομέρεια εκθέτει. Με βάση δε τα παραπάνω ζήτησε να υποχρεωθούν οι υπό στοιχ. 1′ και 2′ ως άνω εκκαλούσες να του καταβάλουν, εις ολόκληρον εκάστη, το ποσό των 11.000 ευρώ, με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής, ως χρηματική ικανοποίηση για την ηθική βλάβη που υπέστη από την προεκτεθείσα προσβολή της προσωπικότητάς του. Μετά από τη συζήτηση κατ’ αντιμωλία των διαδίκων, εκδόθηκε η εκκαλούμενη απόφαση, που δέχθηκε εν μέρει την αγωγή και υποχρέωσε τις υπό στοιχ. 1’ και 2′ ως άνω εναγόμενες να καταβάλουν στον ενάγοντα, εις ολόκληρον έκαστη, το ποσό των 3.000 ευρώ. Κατά της αποφάσεως αυτής παραπονούνται οι υπό στοιχ. 1′ και 2′ ως άνω εκκαλούσες, με την κρινόμενη έφεσή τους για εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων, ζητώντας να εξαφανισθεί η εκκαλουμένη απόφαση, προκειμένου να απορριφθεί η αγωγή.

Με τον μοναδικό λόγο των εφέσεων και κατά την δέουσα εκτίμηση του δικογράφου αυτών οι εκκαλούσες προβάλλουν, ότι από εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων η προσβαλλομένη απόφαση δέχθηκε εν μέρει το αγωγικό αίτημα του εφεσιβλήτου, δεχόμενη ότι αφενός μεν η υπό στοιχ. 1’ εξ αυτών ενήργησε κατά τρόπο προσβλητικό της προσωπικότητάς του, αφετέρου η υπό στοιχ. 2’ εξ αυτών, ως υπό της πρώτης προστηθείσα και δια των υπαλλήλων της, προσέβαλε την προσωπικότητα του εφεσιβλήτου. Οι λόγοι αυτοί των εφέσεων είναι νόμιμοι και παραδεκτοί, στηριζόμενοι στις διατάξεις των άρθρων 57, 59, 914, 922, 932 του ΑΚ, και πρέπει, συνεπώς, να εξετασθούν περαιτέρω, ως προς την ουσιαστική τους βασιμότητα.

Από την επανεκτίμηση των ενόρκων καταθέσεων των μαρτύρων των διαδίκων, που περιέχονται στα ταυτάριθμα με την εκκαλουμένη απόφαση πρακτικά δημόσιας συνεδριάσεως, καθώς επίσης και όλα τα νομίμους προσκομιζόμενα και επικαλούμενα έγγραφα, που λαμβάνονται υπ’ όψιν είτε προς άμεση απόδειξη είτε προς συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά : Ο ενάγων και ήδη εφεσίβλητος … είναι δικηγόρος Αθηνών και διατηρεί δικηγορικό γραφείο στην Αθήνα και επί της οδού … Στις 29-12-2009 και περί ώρα 15.30′ άγνωστος αφαίρεσε από το γραφείο του τον επαγγελματικό του χαρτοφύλακα, εντός του οποίου υπήρχε, μεταξύ άλλων, και η υπ’’ αριθμ. ….ΑΒ VISA χρεωπιστωτική κάρτα, που είχε εκδώσει και παραδώσει σε αυτόν (εφεσίβλητο) η υπό στοιχ. 1′ εκκαλούσα …. Ο εφεσίβλητος αυθημερόν και περί ώρα 16.10′ ενημέρωσε τηλεφωνικά τη διεύθυνση καρτών της εκκαλούσας τράπεζας και ζήτησε την ακύρωση της ως άνω κλαπείσας κάρτας, παράλληλα δε μετέβη στο Α.Τ. Εξαρχείων, όπου και δήλωσε την σε βάρος του διαπραχθείσα κλοπή, όπως συνάγεται από την προσκομιζόμενη υπ’αριθμ. πρωτ. …/29-12-2009 υπηρεσιακή βεβαίωση. Μετά την πάροδο τεσσάρων περίπου μηνών από το προεκτεθέν περιστατικό ο εφεσίβλητος έλαβε τηλεφωνική κλήση από προστηθέντα υπάλληλο της υπό στοιχ. 2′ ως άνω εισπρακτικής εταιρίας με την επωνυμία “… Α.Ε.”, η οποία δυνάμει των διαδοχικών υπ’ αριθμ. …/3-4-2008 και …/16-11-2009 συμβάσεων παροχής υπηρεσιών για την ενημέρωση οφειλετών για ληξιπρόθεσμες απαιτήσεις ενεργούσε ως προστηθείσα, αντιπρόσωπος και για λογαριασμό της πρώτης εκκαλούσας …, ο οποίος τον ενημέρωσε, ότι οφείλει το ποσό των 1.100 ευρώ, προερχόμενο από αναλήψεις, που έλαβαν χώρα μέσω της προεκτεθείσας πιστωτικής κάρτας.

Ακολούθως, ο εφεσίβλητος ήλθε σε επαφή με τα αρμόδια τμήματα της πρώτης εκκαλούσας τράπεζας και δη το τμήμα καρτών, προκειμένου να ενημερωθεί για την κίνηση της κάρτας και το είδος των επικαλούμενων συναλλαγών, και υπέβαλε στις εκκαλούσα, επικαλούμενος ότι κατά το κρίσιμο χρονικό διάστημα δεν είχε χρησιμοποιήσει την επίδικη κάρτα. Κατά το ίδιο ως άνω χρονικό διάστημα, υπάλληλοι της δεύτερης εκκαλούσας εισπρακτικής εταιρίας, που ενεργούσε για λογαριασμό της πρώτης εκκαλούσας τράπεζας, όπως προεκτέθηκε, ήλθαν σε επανειλημμένη τηλεφωνική επικοινωνία στο προσωπικό του τηλέφωνο και δη κατά τις 6, 11, 13 και 18 Μαΐου του έτους 2010, κατά τη διάρκεια της οποίας με τρόπο επίμονο και πιεστικό επιθυμούσαν να λάβουν γνώση περί της πορείας της ανωτέρω αμφισβητήσεως, και του ζητούσαν επιτακτικά να τους αναφέρει τα προσωπικά του στοιχεία, όπως τον αριθμό του δελτίου ταυτότητάς του και του αριθμού φορολογικού του μητρώου, κάτι το οποίο ο εφεσίβλητος αρνήθηκε να πράξει. Περαιτέρω, προστηθέντες υπάλληλοι της δεύτερης εκκαλούσας καλούσαν επανειλημμένα στο τηλέφωνο του δικηγορικού του γραφείου, έχοντας μάλιστα έλθει σε επικοινωνία και με τον πατέρα του εφεσιβλήτου, στον οποίον συνέστησαν να τον προτρέψει να εξοφλήσει την σε βάρος του προβαλλόμενη απαίτηση της πρώτης εκκαλούσας.

Καθ’ όλο το επίδικο χρονικό διάστημα και δη επί τρίμηνο οι υπάλληλοι της δεύτερης εκκαλούσας εισπρακτικής εταιρίας προέβαιναν σε διαρκείς οχλήσεις προς τον εφεσίβλητο, προς τον οποίον απευθύνονταν με τρόπο πιεστικό, προσβλητικό και υποτιμητικό, αντιμετωπίζοντας αυτόν, τόσο προσωπικά όσο και έναντι του οικογενειακού και επαγγελματικού του περιβάλλοντος, ως πρόσωπο αφερέγγυο και ανειλικρινές, με αποτέλεσμα να του δημιουργήσουν εύλογη αναστάτωση και αισθήματα θυμού, λαμβανομένου υπόψη ιδίως του γεγονότος, ότι βρισκόταν σε εξέλιξη η διαδικασία αμφισβητήσεως εκ μέρους του της οφειλής έναντι της πρώτης εκκαλούσας τράπεζας. Τα ανωτέρω ενισχύονται ιδίως από την ένορκη κατάθεση ενώπιον του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου του μάρτυρος του εφεσιβλήτου …, ο οποίος είχε άμεση αντίληψη περί των όσων κατέθεσε, και δεν αναιρούνται από οποιοδήποτε άλλο αποδεικτικό μέσο, καθώς επίσης και εν μέρει από την κατάθεση ενώπιον του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου του μάρτυρος της δεύτερης εκκαλούσας, ο οποίος υπό την ιδιότητά του ως διευθυντή προσωπικού αυτής κατέθεσε με σαφήνεια, ότι υπάλληλοί της επικοινώνησαν με τον εφεσίβλητο επτά φορές μέσα σε χρονικό διάστημα 18 ημερών. Η ως άνω προεκτεθείσα εξακολουθητική συμπεριφορά των προστηθέντων υπαλλήλων της δεύτερης εκκαλούσας εισπρακτικής εταιρίας, η οποία λειτουργούσε ως αντιπρόσωπος και για λογαριασμό της πρώτης εκκαλούσας τράπεζας, ενόψει του τρόπου και του χρόνου, υπό τους οποίους εκδηλώθηκε και περιγράφηκαν ανωτέρω, υπερέβη το επιβαλλόμενο μέτρο, που οφείλεται στις συναλλαγές, και προσέβαλε επανειλημμένα την προσωπικότητα του εφεσιβλήτου, τόσο ως συναλλασσομένου όσο και ως επαγγελματία. Η δε χρηματική ικανοποίηση για την αποκατάσταση της σε αυτόν (εφεσίβλητο) εντεύθεν αυτής προκληθείσας ηθικής βλάβης, ενόψει του είδους και της έκτασης της προσβολής και της οικονομικής και κοινωνικής κατάστασης των εμπλεκομένων μερών, πρέπει να ανέλθει στο ποσό των 3.000 ευρώ, το οποίο κρίνεται εύλογο. Επομένως, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, που με την εκκαλουμένη απόφαση, έκρινε την αγωγή ως ορισμένη και νόμιμη, και, έστω και με εν μέρει διαφορετική αιτιολογία, την οποία το παρόν Δικαστήριο παραδεκτώς αντικαθιστά, δέχθηκε τα ίδια, δεν έσφαλε, ως προς την εκτίμηση των αποδείξεων, και, συνεπώς, οι προβαλλόμενοι σχετικοί λόγοι εφέσεως πρέπει να απορριφθούν, ως αβάσιμοι.

Κατ’’ ακολουθίαν των ανωτέρω, και εφόσον τυγχάνουν απορριπτέοι οι προβαλλόμενοι λόγοι, πρέπει οι κρινόμενες υπό στοιχ. Υ και 2′ ως άνωεφέσεις να απορριφθούν κατ’ ’ουσίαν και οι υπό στοιχ. Υ και 2′ ως άνω εκκαλούσες να καταδικασθούν στα δικαστικά έξοδα του εφεσιβλήτου, του παρόντος βαθμού δικαιοδοσίας (άρθρα 178, 183, 184 και 191 παρ. 2 του ΚΠολΔ), όπως ειδικότερα ορίζεται στο διατακτικό.

Τέλος, κατά τη διάταξη του άρθρου 495 παρ. 4 εδ. δ’ του ΚΠολΔ, πρέπει να διαταχθεί η εισαγωγή του παραβόλου στο δημόσιο ταμείο, όπως ειδικότερα ορίζεται στο διατακτικό της παρούσας απόφασης.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
ΔΙΚΑΖΕΙ κατ’αντιμωλία των διαδίκων.
ΣΥΝΕΚΔΙΚΑΖΕΙ τις 1) από 24-12-2012 και με αριθμό εκθέσεως καταθέσεως στη Γραμματεία του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου 2516/2012 και 2) από 10-1-2013 με αριθμό εκθέσεως καταθέσεως στη Γραμματεία του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου 73/2013 εφέσεις.
ΔΕΧΕΤΑΙ τυπικά την από 24-12-2012 και με αριθμό εκθέσεως καταθέσεως στη Γραμματεία του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου 2516/2012 έφεση και απορρίπτει αυτήν κατ’ ουσίαν.
ΚΑΤΑΔΙΚΑΖΕΙ την υπό στοιχ. 1’ ως άνω εκκαλούσα στα δικαστικά έξοδα του υπό στοιχ. 1′ ως άνω εφεσιβλήτου, του παρόντος βαθμού δικαιοδοσίας, τα οποία ορίζει στο ποσό των διακοσίων (200) ευρώ.
ΔΙΑΤΑΣΣΕΙ την εισαγωγή στο δημόσιο ταμείο του παραβόλου ποσού διακοσίων (200) ευρώ, το οποίο επισυνάπτεται στην έκθεση καταθέσεως του δικογράφου της ένδικης εφέσεως (υπ’αριθμ. 1066741 και 1291974 παραβολών του Δημοσίου).
ΔΕΧΕΤΑΙ τυπικά την από 10-1-2013 με αριθμό εκθέσεως καταθέσεως στη Γραμματεία του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου 73/2013 έφεση και απορρίπτει αυτήν κατ’ ουσίαν.
ΚΑΤΑΔΙΚΑΖΕΙ την υπό στοιχ. 2′ ως άνω εκκαλούσα στα δικαστικά έξοδα του υπό στοιχ. 2′ ως άνω εφεσιβλήτου, του παρόντος βαθμού δικαιοδοσίας, τα οποία ορίζει στο ποσό των διακοσίων (200) ευρώ.
Και
ΔΙΑΤΑΣΣΕΙ την εισαγωγή στο δημόσιο ταμείο του παραβόλου ποσού διακοσίων (200) ευρώ, το οποίο επισυνάπτεται στην έκθεση καταθέσεως του δικογράφου της ένδικης εφέσεως (υπ’’ αριθμ. 1283072 και 1283071 παραβολών του Δημοσίου).
ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στην Αθήνα, στο ακροατήριό του και σε έκτακτη δημόσια αυτού συνεδρίαση, απόντων των διαδίκων και των πληρεξουσίων τους δικηγόρων, την 22 Φεβρουάριου 2017.

Ο ΔΙΚΑΣΤΗΣ Ο ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

Ενημέρωση, όλα όσα πρέπει να γνωρίζετε για τις τρέχουσες εξελίξεις

aegean-consulting-article-insurance-hotels-20240325
Ασφάλιση ιδιοκτητών τουριστικών καταλυμάτων στον πρώην ΟΓΑ
aegean-consulting-article-non-cooperative-tax-nations-2022-20240310
Καθορισμός των μη συνεργάσιμων κρατών για το φορολογικό έτος 2022
aegean-consulting-article-foreign-citizens-20240308
Κάτοικοι εξωτερικού - Κέντρο ζωτικών συμφερόντων φυσικού προσώπου